περίφραχτος

περίφραχτος

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "περίφραχτος" в других словарях:

  • περίφραχτος — η, ο ο φραγμένος γύρω γύρω: Το οικόπεδο είναι περίφραχτο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • περίφρακτος — η, ο / περίφρακτος, ον, ΝΜΑ, και περίφραχτος Ν [περιφράσσω] περιφραγμένος, κλεισμένος γύρω γύρω με φράχτη νεοελλ. φρ. «περίφρακτες πεδιάδες» χαρακτηριστικές περιοχές στην επιφάνεια τής Σελήνης που μοιάζουν με κρατήρες με επίπεδους πυθμένες …   Dictionary of Greek

  • περίκλειστος — η, ο ο περιτριγυρισμένος, ο φραγμένος ολόγυρα, ο περίφραχτος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • περίφρακτος — η, ο βλ. περίφραχτος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»